13 Απριλίου 2012

Σύγχρονο Ελληνικό Λεξικό...

ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΌ - ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΌ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΌ 
ΣΥΝΩΝΎΜΩΝ - ΑΝΤΊΘΕΤΩΝ

Ανδρικό μόριο (το), φυλετικό γνώρισμα του άρρενος, μεγέθους XXL απαραιτήτως, ακούραστο δώρημα αδιακρίτως και ακρίτως που λόγω ζήτησης αλλά και Τρόικας ελλοχεύει ο κίνδυνος βγαίνοντας εκτός δράσης αντί να κοσμεί αιωρούμενο να διακοσμεί...  

Αιδοίο (το), φυλετικό όργανο-στολίδι του θήλεως, συγκεκριμένου σχήματος, καλυπτόμενο εξ ερίου αγνού παρθένου το οποίο τυγχάνει φροντίδας ως προς το σχήμα ή κουρεύεται εν χρω, κοιν. γουλί για να γίνεται περισσότερο ελκυστικό στον επισκέπτη... 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα